Τετάρτη 22 Σεπτεμβρίου 2010

Καλοκαίρι... Εποχή χαράς και ξεγνοιασιάς. Υποτίθεται... Από παιδί ήταν η αγαπημένη μου εποχή. Τέλειωναν τα μαθήματα και πηγαίναμε με την μικρή μου στην γιαγιά μας μέχρι να ανοίξουν και πάλι τα σχολεία. Σαν απελευθέρωση από τα "μη" και τα "όχι" της ζωής στην πόλη. Το σπίτι ήταν τεράστιο (έτσι μου φαινόταν τουλάχιστον), με πολλά δωμάτια, μικρά και μεγάλα. Γύρω υπήρχε ένας ξύλινος, πράσινος φράχτης με μια μικρή πόρτα που πάντα έτριζε. Θυμάμαι και τον ήχο που έκανε το χερούλι όταν το άνοιγε κάποιος απ'εξω και τα σκυλιά άρχιζαν να γαβγίζουν. Από εκεί ξεκινούσε ένα στενό δρομάκι πλαισιωμένο με τριαντάφυλλα που είχε φυτέψει η θεία μου όταν ήταν στην εφηβεία. Οδηγούσε στην αυλή. Και η αυλή - απέραντη! Με εκείνη την καρυδιά στη μέση να απλώνει τα κλαδιά της προσφέροντας δροσιά τα ζεστά καλοκαιρινά απογεύματα. Και τα καρύδια που μας άρεσε να τα σπάμε όσο ήταν ακόμα πράσινα και βάφανε τα χέρια σε καφε-κίτρινο χρώμα που δεν έβγαινε για μέρες. Και το κιόσκι λίγο παραπέρα, στεφανωμένο με σταφύλια που ποτέ δεν είδα να ωριμάζουν. Είχα πέσει από τα κάγκελα και άνοιξα το κεφάλι μου σε μια πέτρα. Από τότε μάλλον με δέρνει η τρέλα. Πίσω από το κιόσκι ξεκινούσε το βασίλειο της γιαγιάς. Ένας λαχανόκηπος που έχεις την αίσθηση πως δεν έχει τέλος. Όλα περιποιημένα, ξεχορταριασμένα και ποτισμένα. Το καλύτερό μου ήταν να σκαρφαλώνω στα κλαδιά της λευκής κερασιάς και να τρώω με το κιλό τους καρπούς. Ο κήπος κατέβαινε σε ένα μικρό ριάκι όπου ψαρεύαμε για βατράχια και κάτι άλλα περίεργα ζωντανά που για κάποιο λόγο τα λέγαμε γαρίδες :P

Ήταν όμορφα, δεν σκεφτόσουν τίποτα. Ξυπνούσες το πρωί με την μυρωδιά από αυγόφετες της γιαγιάς και τους ήχους από την κουζίνα και το μόνο που σε ένοιαζε ήταν να βρεις το παιδικό σου παρεάκι και να σκαρφιστείτε κάτι καινούριο, παράτολμο. Στο διπλανό σπίτι έμενε και εκείνο το αγοράκι που μου άρεζε και το έπαιζα αγοροκόριτσο για να με κάνει παρέα. Και εκείνο μου έδενε τα κορδόνια, μιας και δεν τα κατάφερνα ποτέ μόνη μου.

Έχουν περάσει χρόνια, δεν έχω ιδέα πως είναι τώρα εκείνο το σπίτι, δεν έχω πάει σχεδόν δέκα χρόνια. Μαθαίνω ότι τη καρυδιά την έκοψε ο θείος μου επειδή οι ρίζες τις άρχισαν να χαλάνε τα θεμέλια του σπιτιού. Ο ξύλινος φράχτης αντικαταστάθηκε από μεταλλική περίφραξη και η γιαγιά είναι πλέον πολύ μεγάλη για να φροντίζει τον κήπο.

Και κάπως έτσι έρχεται ο χειμώνας. Ο αέρας μυρίζει αλλιώς και τα πρωινά δεν θέλω να σηκωθώ από το ζεστό κρεβάτι. Και πως να σηκωθώ, αφού το σπίτι είναι κρύο και έξω βρέχει. Καλοκαίρι... Εποχή χαράς και ξεγνοιασιάς. Υποτίθεται... Θέλω να ξεχάσω ότι υπήρξε φέτος. Γιατί αν το διαγράψω από τη μνήμη μου ίσως να αλλάξουν όλα. Να'σαι και πάλι μαζί μας. Δεν μπορώ και δεν θέλω να το πιστέψω ότι έφυγες. Και τώρα? Ποιος θα είναι ο γκρινιάρης στο MSN και θα μου λέει για τα αιώνια παράπονά του? Ποιος θα με μάθει ηλεκτρική? Ποιος θα είναι ο linux guru να μου λύνει ότι κολλήματα έχει το laptop μου. Ούτε τα coffeeshops του A'dam δεν προλάβαμε να γυρίσουμε... Και εκείνο το βιβλίο του Coelho κράτα το για να με θυμάσαι...

Θυμάσαι εκείνο το βράδυ πέρσι τον Αύγουστο? Τότε που έβρεχε αστέρια? Υποτίθεται... Είχαμε καθίσει στην παραλία, εκεί, δίπλα στα καραβάκια και πίναμε μπύρες. Ακουγόταν κάποιο τραγούδι των Guns'n'Roses και είμασταν σε μια nirvana από τα ποτά που είχαμε πιει, από τη μουσική, από τα αστέρια που δεν είδαμε να πέφτουν.

Σε πήρα τηλέφωνο την παραμονή πρωτοχρονιάς για να έρθεις στο πάρτι μας. Θα ήταν όλοι οι καλοί! Θα περνούσαμε τέλεια. Είχες διάβασμα έλεγες, έπρεπε να τα περάσεις τα μαθήματα για να έρθεις να μου κάνεις παρέα στο A'dam... Και δεν σε πίεσα... Αν ήξερα ότι έχανα την τελευταία ευκαιρία να σε δω θα πήγαινα να σε πάρω προσωπικά... Αλλά...

Έχει περάσει σχεδόν ένας μήνας... Αλλά αρνούμαι να το πιστέψω...

Καλοκαίρι... Εποχή χαράς και ξεγνοιασιάς. Υποτίθεται... Κάποτε ο καιρός κυλούσε αργά. Βασανιστικά αργά. Παρακαλούσα να περάσει το συντομότερο, για να μεγαλώσω. Και κάπου εκεί, στην πορεία, έχασα την μπάλα. Ούτε κατάλαβα πότε πέρασα την γραμμή. Την πρώτη φορά συνειδητοποίησα ότι μεγαλώνω ένα βράδυ όταν βγήκαμε για διασκέδαση και ύστερα από 3 ώρες χορού έκατσα να ξεκουραστώ. Κάτι φαινόταν να μην είναι σωστό. Εγώ να κάτσω? Αφού εγώ χορεύω μέχρι το πρωί! Κάτι δεν πάει καλά. Που είναι οι αντοχές μου? Χμμμμ... Κάτι δεν πάει καλά!

Κάνω απελπισμένες προσπάθειες να γελάσω το χρόνο, να τον σταματήσω... Όμως εκείνος πάντα μου την φέρνει πισώπλατα. Ας μπορούσα να τον γυρίσω και να τον παγώσω στο Πέρσι...Στο πριν κλείσω τέταρτο του αιώνα... Σε εκείνη τη βραδυά με φίλους στην παραλία... Και να βρέχει αστέρια...Υποτίθεται...

Παρασκευή 5 Μαρτίου 2010


Δεν είχα έμπνευση για τίποτα, ούτε και χρόνο. Ο καιρός ήταν άθλιος και με κατέθλιβε. Καθόμουν μέρες ολόκληρες φτιάχνοντας το πρωτοχρονιάτικο puzzle και χασομερώντας στο Facebook. Κάποια στιγμή είδα ένα post του Ξωτικού, ένα απόσπασμα από την ταινία του Disney, Mary Poppins. Δεν είχα δει ποτέ αυτή την ταινία, η μάλλον όχι την Disney εκδοχή της. Έβαλα το βιντεάκι να παίζει και περίμενα. Είδα μια κυρία να παριστάνει την Mary Poppins κάνοντας μαγικά κόλπα. Ομολογώ, δεν με συγκίνησε. Αλλά εγώ δεν είμαι και ο πλέον αντικειμενικός κριτής. Έψαξα αμέσως στο YouTube την σοβιετική ταινία, εκείνη που την δείχνανε μια στα τόσα χρόνια στην τηλεόραση, και δεδομένου ότι τα DVD δεν είχαν ανακαλυφθεί ακόμα, ήταν σχεδόν γιορτή για τα παιδιά.

Η ταινία γυρίστηκε το 83' αν δεν κάνω λάθος. Ένα από τα πολλά ξένα παραμύθια που προβλήθηκαν από παλιές τηλεοράσεις σε όλα τα σαλονάκια της χώρας. Δεν πρέπει να υπάρχει παιδί της ηλικίας μας που δεν έχει δει τη Κοκκινοσκουφίτσα, τον Μπουρατίνο (Ρώσικο παραμύθι, remake του Πινόκιο) και ένα σωρό ακόμα καταπληκτικές ταινίες για παιδιά. Πολλές φορές βασίζονταν σε ξένα παραμύθια όμως πάντα υπήρχαν στοιχεία που δεν υπάρχουν στα πρωτότυπα. Όταν κάποια στιγμή διάβασα την Mary Poppins δυσκολεύτηκα να αναγνωρίσω το έργο.

Αλλά το καλύτερο κομμάτι, νομίζω, ήταν η μουσική. Υπήρχαν μερικοί συνθέτες που γράφανε αποκλειστικά για παιδικές ταινίες και τα τραγούδια ήταν πραγματικά αριστουργήματα. Συγκεκριμένα, στην Mary Poppins του Mosfilm, πολλά κομμάτια έχουν έναν έντονο τζαζ χαρακτήρα, και το όλο σκηνικό έχει λίγο από musical. Και ο συνθέτης είναι ο Maxim Dunaevsky, άνθρωπος που αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της μουσικής του σοβιετικού κινηματογράφου.

Όσο για τους χαρακτήρες: η Mary Poppins του Disney μου δίνει την εντύπωση απλής γκουβερνάντας που κάνει και μερικά μαγικά. Ενώ στη συγκεκριμένη ταινία είναι μια περίεργη κυρία, αυστηρή αλλά και γλυκιά, μοντέρνα και παραδοσιακή ταυτόχρονα, με τα μαγικά της και τον τρόπο να μαγεύει τους γύρω της. Η Lady Perfection, όπως την αποκαλούν (Η μεροληψία στο full, το ξέρω :P)

Αλλά ο αγαπημένος μου χαρακτήρας, νομίζω, είναι ο Mister Hey (Robertson). Έχω την αίσθηση ότι οι δημιουργοί της ταινίας εμπνεύστηκαν από τον Lennon. Γυαλιά, μαλλί, κιθάρα, χίπικο στυλάκι και ανεξάρτητη προσωπικότητα. Τυπικός Μοσχοβίτης φοιτητής εκείνης της εποχής. Φαντάζομαι έχει κάποιο κρυφό νόημα η παρουσία του στην ταινία. Τώρα που το σκέφτομαι, δεν είμαι καν σίγουρη ότι στο αρχικό παραμύθι υπάρχει αυτός ο χαρακτήρας.

Anyways, συνιστώ ανεπιφύλακτα να το δείτε, μιας και στο Youtube υπάρχει πλέων και με αγγλικούς υπότιτλους. Η μετάφραση μερικές φορές δεν είναι 100% σωστή, ειδικά στα τραγούδια, αλλά και πάλι είναι αρκετά καλή.

Εδώ είναι το link για το πρώτο μέρος

Και αυτά είναι τα δυο αγαπημένα τραγούδια:

Жил да был брадобрей

Ветер Перемен - Wind of change

Αααα, και μερικά άκυρα στην ταίνια, είναι η παρουσία πχ. στερεοφωνικού ή αυτοκινήτου με αριστερό τιμόνι. Αλλά, who cares, εδώ οι άνθρωποι πετάνε και τα σκυλιά μιλάνε, το τιμόνι θα μας πειράξει?! ;)



Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2009

Από την αρχή...




Σκοτεινό δωμάτιο... Στέκεσαι στην γωνία, δίπλα στο παράθυρο. Σταματώ στην πόρτα και σε κοιτάζω. Πόσος καιρός πέρασε;! Έχω χάσει το μέτρο... Νιώθω την καρδιά μου να χτυπάει, όμως δεν τολμώ να σε πλησιάσω. Τα δάχτυλά μου έχουν λησμονήσει πια την αφή σου, μόνο εκείνη η αίσθηση όταν κάθομαι μπροστά σου παραμένει απαράλλαχτη.

Στέκεσαι στην γωνία, δίπλα στο παράθυρο. Χαμογελάω. Αν μπορούσες θα μου χαμογελούσες και εσύ. Κάνω δυο βήματα και ύστερα δυο ακόμη. Σε αγγίζω. Περίεργη η αφή σου, απαλή, αλλιώς την θυμόμουν. Κάθομαι μπροστά σου ξανά μετά από τόσα χρόνια. Έχω ξεχάσει πως πρέπει να σε αγγίζω, δεν πειράζει όμως, είμαι έτοιμη να μάθω. Από την αρχή.

Άσπρο και μαύρο, εναλλάξ. Αγγίζω τα πλήκτρα με τις άκρες των δακτύλων μου... Πόσος καιρός έχει περάσει;! Κλείνω τα μάτια και αφήνω τα δάχτυλά μου να ερευνήσουν την επιφάνειά σου. Άσπρο και μαύρο, εναλλάξ.

Θυμάμαι την πρώτη φορά που στάθηκα μπροστά σου, πριν από πολλά πολλά χρόνια, σε κάποιο σπίτι. Στεκόμουν στις μύτες για να μπορώ να φτάσω τα πλήκτρα. Από εκείνη τη στιγμή ήξερα κατά βάθος ότι θα αναπτύξουμε μια ιδιαίτερη σχέση εμείς οι δύο, σχέση αγάπης και μίσους. Ύστερα, να παίζω ασκήσεις και κλίμακες για μέρες, εβδομάδες. Κάποτε σε μίσησα. Έκλεισα το καπάκι για χρόνια. Και ύστερα έφυγα.

Και να που σε ξαναβρίσκω, εντελώς αναπάντεχα. Στέκεσαι στην γωνία, δίπλα στο παράθυρο και εγώ για πρώτη φορά μετά από χρόνια τολμώ να αφεθώ, άλλωστε δεν ακούει κανείς. Και δεν πειράζει που δεν θυμάμαι πολλά. Είμαι έτοιμη να μάθω. Από την αρχή.

Πέμπτη 22 Οκτωβρίου 2009


Βροχή... Πάλι βροχή... Νομίζεις πως δεν θα τελειώσει ποτέ. Σαν να έχει ανοίξει ο ουρανός από πάνω και προσπαθεί να ξεπλύνει όλη την κούραση. Περίεργος καιρός, καταθλιπτικός, ποτέ δεν θα τον συνηθίσεις. Μαθαίνεις όμως να εκτιμάς τις ηλιόλουστες μέρες. Και όταν σταματάει η βροχή πάντα βγαίνει το ουράνιο τόξο.

Πέμπτη 15 Οκτωβρίου 2009

Αργοπορημένη ανάρτηση...

Εικοσιπέντε... Αριθμός περίεργος... Αποτελείται από δύο πρώτους. Και αν τα αθροίσεις, πάλι πρώτο σου βγάζει στο αποτέλεσμα. Ποτέ δεν μου άρεσαν οι πρώτοι αριθμοί... Σαν να τους λείπει κάτι...
Εικοσιπέντε... Είναι και το τετράγωνο του πέντε, όπως οι εργάσιμες μέρες... Σαν αυτές που περνάς στο γραφείο χωρίς να καταλάβεις για πότε τέλειωσε η βδομάδα... Και έτσι ο χρόνος κυλά με ιλιγγιώδη ταχύτητα... Σαν να έχεις ανέβει σε μια μηχανή και τρέχεις με 250...Δεν καταλαβαίνεις πλέον τι είναι αυτό που βλέπεις μπροστά. Τα μαλλιά ανεμίζουν και το μόνο για το οποίο νοιάζεσαι είναι να μη φτάσεις ποτέ στον προορισμό, να τρέχεις έτσι για πάντα!
Εικοσιπέντε... Και αν προσθέσεις και άλλη εργάσιμη βδομάδα πας στα τριάντα... Εδώ είμαστε! Δεν απέχουμε και πολύ απ'τα "-άντα"...
Εικοσιπέντε... Το ένα τέταρτο του αιώνα... Θυμάμαι πως κορόιδευα τον Γ. όταν έφτασε στο δικό του τέταρτο, μου φαινόταν τόσο πολύ τότε... Αλλά είπαμε, ο χρόνος τρέχει. Σαν την άμμο της κλεψύδρας πάνω στο τζάκι. Φτάσαμε... Μα είπαμε, δεν θέλω!

Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2009


Χριστούγεννα '05 ή '06 πρέπει να ήταν. Καθόμασταν με τον ξάδερφό μου τον E. στον καναπέ του σαλονιού μου με ένα μπουκάλι κρασί και ανοίγαμε τις ψυχές μας. Καιρό είχαμε να βρεθούμε και όπως πάντα είχαμε κάμποσα να πούμε. Το μπουκάλι άδειαζε σιγά σιγά. Είχαμε βολευτεί, εκείνος είχε απλώσει τα πόδια του στο τραπεζάκι του σαλονιού και εγώ ακουμπούσα το κεφάλι μου στην κοιλιά του και κοιτουσα το ταβάνι. Έξω χιόνιζε. Περίεργο, θυμάμαι αυτές τις λεπτομέρειες αλλά δεν θυμάμαι καθόλου τι ακριβώς λέγαμε, μόνο ότι λέγαμε όπως πάντα για τους ερωτικούς μας προβληματισμούς. Ωραία ήταν. Αλλά κάτι με έτρωγε και εκείνος προσπαθούσε να μου ανεβάσει την ψυχολογία. Την επόμενη μέρα λίγο πριν φύγει και πάλι για Αθήνα μου έδωσε ένα χαρτί διπλωμένο στα δύο. Κάθε φορά που το διαβάζω εντυπωσιάζομαι πόσο επίκαιρο είναι ενώ γράφτηκε τόοοοοσο παλιά. Το ξετρύπωσα στα συρτάρια μου στο τελευταίο μου ταξίδι σπίτι. Ιδού λοιπόν:

"Ό έρωτας ούτε γεννιέται και ολοκληρώνεται μονομιάς, όπως ο θυμός, ούτε περνάει και φεύγει γρήγορα, παρόλο που λένε πως έχει φτερά. Αντίθετα, φουντώνει σιγά σιγά, σχεδόν σαν να λιώνει μέσα μας. Και από τη στιγμή που αγγίζει την ψυχή, μένει εκεί για πολύ καιρό και σε μερικούς ανθρώπους δεν ησυχάζει ούτε και όταν γεράσουν, αλλά παραμένει ακμαίος, φρέσκος και θαρραλέος, ακόμα και όταν ασπρίσουν τα μαλλιά τους. Αν πάλι σβήσει και διαλυθεί, επειδή μαράθηκε από τον χρόνο και ύστερα από λογικές σκέψεις, δεν εγκαταλείπει ούτε τότε ολότελα την ψυχή, αλλά αφήνει μέσα της καμένο υλικό και θερμά αποτυπώματα, όπως ακριβώς οι κεραυνοί αφήνουν πίσω τους φωτιά που σιγοκαίει. Η λύπη όταν πάψουμε να είμαστε λυπημένοι, δεν αφήνει κανένα σημάδι στην ψυχή, ούτε η άγρια οργή μας, όταν υποχωρήσει η έξαψη της επιθυμίας, όσο βίαια και αν μας συγκλονίζει, επίσης καταλαγιάζει. Αντίθετα, οι λαβωματιές του έρωτα, ακόμη και αν απομακρυνθεί το θηρίο, δεν χάνουν το κεντρί τους, αλλά προκαλούν πρήξιμο στα κομμάτια της ψυχής. Και κανείς δεν ξέρει τι ήταν, πως ξεκίνησε και από που εφόρμησε εναντίον της ψυχής."
Πλούταρχος

Δευτέρα 20 Ιουλίου 2009


Νύχτα... Βγαίνουν στην παραλία και απομακρύνονται από την φασαρία του beach bar. Περπατάνε ώσπου οι ήχοι της μουσικής ίσα που φτάνουν στα αυτιά τους. Μαζεύουν ξύλα και ανάβουν φωτιά. Σκύβουν και οι δύο και φυσάνε εναλλάξ για να δυναμώσει η φλόγα. Κάθονται στην αμμουδιά και κοιτάνε τη φωτιά σιωπηλά. Ακούνε το κύμα να σκάει λίγο πιο κάτω. Εκείνη πετάει βότσαλα στην θάλασσα και χαμογελάει κρυφά ακούγοντάς τα να πέφτουν στο νερό. Νιώθει λίγο άβολα με την παρουσία εκείνου του άγνωστου άντρα στο πλευρό της. Εκείνος αντιλαμβάνεται την σημασία της σιωπής της και προσπαθεί να την κάνει να νιώσει πιο άνετα. Της διηγείται ιστορίες φανταστικές. Αυτή που της αρέσει περισσότερο μιλάει για μια γυναίκα που είχε πεθάνει και ο αγαπημένος της κατέβηκε στον κάτω κόσμο για να την κλέψει από τον Χάρο. Της δείχνει τους αστερισμούς του μυθικού ζευγαριού. Η νύχτα μοιάζει σαγηνευτική και εκείνη αφήνει την φωνή του άντρα να την παρασύρει. Ξαπλώνουν και κοιτάνε τα αστέρια. Ο μαύρος ουρανός τους σκεπάζει και η σελήνη τους παρακολουθεί από ψηλά. Εκείνος της δείχνει το milky way, κάτι που νόμιζε πως ήταν δημιούργημα φαντασίας των αθεράπευτα ρομαντικών υπάρξεων. Τελικά όμως υπάρχει! Σαν ένα ασημογκρίζο πέπλο ριγμένο στο σκοτεινό ουρανό στολισμένο με μικρές πλατινένιες στάλες των αστεριών. Εκείνη χαμογελάει. Δεν ξέρει τίποτα για τα αστέρια και την αιχμαλωτίζουν τα λόγια του. Εκείνος μιλάει αργά και όμορφα, με μικρές παύσεις ανάμεσα στις προτάσεις. Λέει πως τα αστέρια ενώ φαίνεται να είναι κοντά τελικά δεν επηρεάζουν καθόλου το ένα το άλλο. Ακούγεται λυπημένος. Εκείνη θέλει να του πει ότι θα ήθελε να την επηρέαζε, να μην ήταν σαν τα αστέρια. Όμως σωπαίνει. Ακούει τα λόγια του με προσοχή και ταξιδεύει...

Η φλόγα σβήνει και εκείνος ρίχνει και άλλα ξύλα. Η κοπέλα ακουμπάει το κεφάλι της στα γόνατά του και σχεδόν γουργουρίζει σαν μικρή γατούλα όταν εκείνος ανακατεύει τα μαλλιά της. Σύντομα αποκοιμιέται στην αγκαλιά του ενώ εκείνος συνεχίζει να χαϊδεύει τα μαλλιά της. Συνεχίζει να χαμογελάει ακόμα και στον ύπνο της. Αισθάνεται μια απερίγραπτη γαλήνη, σαν να επιστρέφει η χαμένη αθωότητά της...Τίποτα δεν φαίνεται να την ενοχλεί.

Ξυπνάει όταν ο ουρανός έχει αρχίσει να ανοίγει. Μια ελαφριά ομίχλη έχει απλωθεί παντού. Κάπου στον ορίζοντα μπορείς να μαντέψεις το πρώτο φως της αυγής. Η φωτιά έχει σχεδόν σβήσει και εκείνη αρχίζει να κρυώνει. Ο άντρας έχει αποκοιμηθεί και εκείνος δίπλα της. Συνειδητοποιεί ότι όλη την ώρα κοιμόταν με το κεφάλι της πάνω στο μπράτσο του. Θα πρέπει να έχει μουδιάσει. Προσπαθεί να τον ξυπνήσει σιγά όμως εκείνος δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται το παραμικρό. Αγγίζει με τις άκρες τον δαχτύλων της το μάγουλό του. Εκείνος χαμογελάει μέσα από τον ύπνο του. Τον σπρώχνει απαλά στον ώμο και του ψιθυρίζει σιγανά στο αυτί να ξυπνήσει. Εκείνος ανοίγει τα μάτια του απότομα, φαίνεται να μην καταλαβαίνει που βρίσκεται. Του δίνει χρόνο να ξυπνήσει εντελώς και ύστερα αρχίζουν να ανηφορίζουν το λοφάκι πίσω από την παραλία. Λίγο πριν χωρίσουν εκείνος την τραβάει στην αγκαλιά του και της δίνει ένα γλυκό φιλί στο λαιμό. Τα χείλη του ίσα που αγγίζουν το δέρμα της. Στις πρώτες πρωινές ακτίνες στέκονται αγκαλιασμένοι. Της ψιθυρίζει ένα "Ευχαριστώ" ακουμπώντας τα χείλη του στον κρόταφό της. Εκείνη του απαντάει από μέσα της "Σε ευχαριστώ και εγώ για την υπέροχη νύχτα που μου χάρισες"... Ύστερα χάνεται στην ομίχλη...